- Λόρενς της Αραβίας
- Βλ. λ. Λόρενς, Τόμας Έντουαρντ.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Λόρενς, Τόμας Έντουαρντ — (Thomas Edward Lawrence, Τρέμαντοκ, Ουαλία 1888 – Ντόρσετ 1935). Βρετανός αρχαιολόγος, στρατιωτικός και συγγραφέας, γνωστός ως Λόρενς της Αραβίας. Διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες στη Γαλλία, στη Συρία, στη Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο, αλλά με… … Dictionary of Greek
Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… … Dictionary of Greek
Άκαμπα — (al−Aqabah). Πόλη (95.600 κάτ. το 2002) και εμπορικό λιμάνι της Ιορδανίας. Βρίσκεται στην άκρη του ομώνυμου κόλπου, στην περιοχή της Ερυθράς θάλασσας. Η Ά. αναπτύχθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της από 1.700 κατ. στο… … Dictionary of Greek
Γκίνες, Άλεκ — (Sir Alec Guinness, Λονδίνο, 1914 – 2000). Βρετανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ξεκίνησε την καριέρα του από το θέατρο τη δεκαετία του 1930, ενώ αναδείχθηκε στον κινηματογράφο με την ταινία του Ντέιβιντ Λιν (βλ. λ.) Μεγάλες… … Dictionary of Greek
Ζαρ, Μορίς — (Maurice Jarre, Λιόν 1924 –). Γάλλος συνθέτης. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Λιόν και της Σορβόνης και παράλληλα στο Παρισινό Ωδείο. Έφυγε νωρίς από την πατρίδα του με κατεύθυνση την Αμερική, όπου το ταλέντο του τον κατέστησε τον διασημότερο… … Dictionary of Greek
Λιν, Ντέιβιντ — (Sir David Lean, Κρόιντον, 1908 – 1991). Βρετανός σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Από νεαρή ηλικία ξεκίνησε να εργάζεται μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος ήταν λογιστής. Αργότερα προσελήφθη από την Gaumont Films, στην οποία εργάστηκε σε διάφορες… … Dictionary of Greek
Γούλφιτ, Ντόναλντ — (Donald Wolfit, 1902 – 1968). Βρετανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Λαμπερός πρωταγωνιστής της βρετανικής σκηνής από το 1920, έπαιξε σε εκατοντάδες παραστάσεις κλασικών έργων, με ειδίκευση στον Σαίξπηρ. Θεωρείται μάλιστα από τους… … Dictionary of Greek
Σαουδική Αραβία — Κράτος στη Μέση Ανατολή. Βρέχεται στα Α και Δ από τον Περσικό Κόλπο και την Ερυθρά Θάλασσα αντίστοιχα και στα Ν από την Αραβική Θάλασσα.H εδαφική επικράτεια της Σαουδικής Aραβίας, που παλιά προσδιοριζόταν πολύ άοριστα ως Zαζιράτ αλ Aράμπ, δηλαδή… … Dictionary of Greek